Γιώργος Βράνος

Συνέντευξη του Γιώργου Βράνου για τη συναυλία του με τον Antonio Meneses και την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών στις 30 Νοεμβρίου 2017

Ο καταξιωμένος αρχιμουσικός Γιώργος Βράνος, λίγο πριν διευθύνει την απαιτητική συναυλία με έργα Μέντελσον, Σούμαν και Μπραμς με σολίστα τον σταρ του βιολοντσέλο Αντόνιο Μενέσες απαντά στις ερωτήσεις μας:


Ερώτηση: Έχοντας την εμπειρία της καλλιτεχνικής διεύθυνσης της Κρατικής Ορχήστρας Θεσσαλονίκης, μιας ορχήστρας με πολλά σημεία συγγένειας με την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών, ποιες οι προσδοκίες αλλά και οι προκλήσεις που πιστεύετε ότι θα αντιμετωπίσετε κατά τη διεύθυνση της επερχόμενης συναυλίας;

Γιώργος Βράνος: Η Κρατική Ορχήστρα Αθηνών και η Κρατική Ορχήστρα Θεσσαλονίκης είναι οι δύο κορυφαίες συμφωνικές ορχήστρες της χώρας μας, όχι μόνο λόγω των περισσότερων μουσικών που διαθέτουν, αλλά και λόγω της μακρόχρονης και σημαντικής ιστορίας τους. Με την Κρατική Ορχήστρα Θεσσαλονίκης με συνδέουν, όχι μόνο τα χρόνια που ήμουν καλλιτεχνικός διευθυντής και στα οποία μοιράστηκα πανέμορφες μουσικές στιγμές με τους μουσικούς της, αλλά και πολλές συναυλίες και εκδηλώσεις, πριν αναλάβω αυτή τη θέση. Με την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών υπάρχουν αναμνήσεις παιδιόθεν. Κι αυτό γιατί ακόμα ως μαθητής στο σχολείο "τρύπωνα" στο ΠΑΛΛΑΣ και άκουγα με θαυμασμό και δέος την μοναδική μεγάλη συμφωνική ορχήστρα που διέθετε τότε η Αθήνα. Έτσι όλα τα μουσικά όνειρα στη δεκαετία του 80 περνούσαν μέσα από αυτή την ορχήστρα και τους μαέστρους της, τους οποίους θαύμαζα και μερικοί από αυτούς είχαν διατελέσει και διδάσκαλοί μου. Έτσι λοιπόν κάθε φορά που έρχομαι να συνεργαστώ με την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών είναι μια ιδιαίτερη για μένα συγκυρία. Ποιοτικά ξέρω ότι οι απαιτήσεις των μουσικών, έτσι κι αλλιώς θα είναι υψηλές, περισσότερο μάλιστα τώρα, μια και τα τελευταία χρόνια παρελαύνουν πραγματικά μεγάλα ονόματα από την ορχήστρα. Το ίδιο ισχύει φυσικά και από μέρους μου, αφού γνωρίζω το τόσο υψηλό επίπεδο αυτής της ορχήστρας. Η πρόκληση είναι να πετύχω το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα και να απολαύσω για ακόμη μια φορά την συνεργασία αυτή.


Ερώτηση: Τα έργα του Γερμανικού Ρομαντισμού, και ιδιαίτερα το κοντσέρτο για τσέλο του Σούμαν, χαρακτηρίζονται από έντονες συναισθηματικές μεταπτώσεις. Ωστόσο η δεξιοτεχνία που απαιτητικές συνθέσεις όπως αυτές προϋποθέτουν, κάποιες φορές λειτουργεί εις βάρος του συναισθήματος. Σας προβληματίζει κάτι τέτοιο;
Γιώργος Βράνος: Νομίζω ότι η εγγύηση για να ξεπεραστεί μια τέτοια δυσκολία είναι ο Antonio Meneses και η αγάπη μου για τον Schumann και το πανέμορφο αυτό κονσέρτο του για τσέλο. Άλλωστε αυτός είναι και ο στόχος ενός επαγγελματία μουσικού. Να γνωρίζει τουλάχιστον, τόσο καλά ένα έργο, ώστε οι τεχνικές του δυσκολίες, να μην αποτελέσουν εμπόδιο στην έκφραση, στην απελευθέρωση των συναισθημάτων, στην εν γένει καλλιτεχνική του δημιουργία και στο μέγιστο μέτρο, στην σωστή ερμηνεία του.

Ερώτηση: Αποτελεί για εσάς πρόκληση το να φέρετε στη σκηνή του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών την ατμόσφαιρα μουσικής δωματίου διευθύνοντας μια μεγάλη ορχήστρα;

Γιώργος Βράνος: Για μένα κάθε έργο στο οποίο καλούμαι να διευθύνω, έχει την δική του δυσκολία και πρόκληση. Αυτό που αλλάζει είναι το είδος και η μορφή της πρόκλησης αυτής. Ένα έργο με χαρακτηριστικά μουσικής δωματίου, όπως αναφέρεστε, θέλει μουσική "διαφάνεια" και λιτότητα, σε συνδυασμό με ακριβή εκτέλεση των διαμορφωτικών και εκφραστικών του δυνάμεων. Πρέπει σε κάθε περίπτωση να αξιοποιήσουμε στο έπακρο τις μουσικές δοκιμές στην σκηνή της συναυλίας, ώστε να "χτίσουμε" τη σωστή ατμόσφαιρα με την υπάρχουσα ακουστική.

Ερώτηση: Ποιες οι προσδοκίες σας από τον διεθνώς αναγνωρισμένο σολίστ τσέλου Αντόνιο Μενέσες;

Γιώργος Βράνος: Όταν κανείς συναντά στη σκηνή τέτοια ονόματα σαν τον Antonio Meneses, δεν έχει παρά να "υποκλιθεί" και να είναι πανέτοιμος, προσδοκώντας πραγματικά κάτι ιδιαίτερο και μεγάλο.

Ερώτηση: Ποια οδηγία σκέφτεστε να δώσετε στους μουσικούς;

Γιώργος Βράνος: Οι οδηγίες είναι πολλές και διαφορετικές σε κάθε έργο. Για παράδειγμα στο κονσέρτο για τσέλο, όπως και σε κάθε κονσέρτο που συνοδεύει μια μεγάλη ορχήστρα, η βασική οδηγία είναι να ακούν οι μουσικοί στο έπακρο, ακόμα και σε δυνατές αναφορικά με την ένταση στιγμές, τον εκάστοτε σολίστ. Επομένως όμορφη, διακριτική συνοδεία που στηρίζει και αναδεικνύει τον τσελίστα, στην προκειμένη περίπτωση.

Ερώτηση: Το κονστέρτο ξεκινά με τις λυρικές “Εβρίδες” του Μέντελσον, συνεχίζει με το “Kοντσέρτο για Βιολοντσέλο και Ορχήστρα” του Σούμαν και ολοκληρώνεται με την παράφορη “Πρώτη Συμφωνία” του Μπραμς. Ποιο από τα τρία έργα θεωρείτε περισσότερο απαιτητικό από πλευράς μουσικής διεύθυνσης;

Γιώργος Βράνος: Όπως σας προανέφερα, κάθε έργο απαιτεί κάτι διαφορετικό και κατά συνέπεια, έχει τη δική του πρόκληση και χρήζει φυσικά διαφορετικής αντιμετώπισης. Παρ΄όλα αυτά, σίγουρα η συμφωνία, έχει τις περισσότερες τεχνικές και ερμηνευτικές ίσως δυσκολίες, τόσο για την ορχήστρα, όσο και για τον μαέστρο.

Ερώτηση: Ιδιοσυγκρασιακά, με ποιο από τα τρία αυτά έργα νοιώθετε πιο κοντά;

Γιώργος Βράνος: Ο πρώτος δίσκος κλασικής μουσικής που έβαλα στη ζωή μου -και το θυμάμαι αυτό γιατί ήταν μια αξέχαστη εμπειρία- και άκουσα την τότε στερεοφωνική μουσική, από ένα πικ-απ μάρκας Dual, ήταν η συμφωνία αρ.1 του J.Brahms σε μια ηχογράφηση με τον Karajan. Επομένως όλα τα όνειρα, για να βρεθώ μπροστά σε μια τέτοια ορχήστρα, ξεκίνησαν με το έργο αυτό, του οποίου η αρχή, ήταν για μένα κάτι ασύλληπτο. Το ίδιο έργο κλήθηκα να διευθύνω αργότερα στο Μόναχο, στις εισαγωγικές εξετάσεις για τη σχολή που σπούδασα. Έτσι λοιπόν με το έργο αυτό υπάρχει "δεσμός". Από την άλλη πάντα αγαπούσα τις Εβρίδες του Mendelssohn για την πιστή παραστατικότητα σε σχέση με τις "εικόνες" που δημιουργεί, μέσω της ανάπτυξης των μουσικών μοτίβων και τον πολύ "τρυφερό" συνδυασμό ηχοχρωμάτων. Πραγματικά νομίζει κανείς ότι λικνίζεται σε μια βάρκα και ταξιδεύει μαζί με τον συνθέτη στην Σκωτία.
Χαίρομαι λοιπόν ιδιαίτερα για την ευκαιρία αυτή που μου δίνεται,να διευθύνω αυτά τα έργα και στο σημείο αυτό θα ήθελα να ευχαριστήσω τον Καλλιτεχνικό Διευθυντή της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών κύριο Τσιαλή για την πρόσκλησή του.

Από το Γραφείο Τύπου της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών